Του συνεργάτη: SADOLOS
Σύντεκνε
οντε ήμουνα μικιός κάθε Μ. Πέμπτη, μαζί με άλλο ένα χωριανάκι μου, ελέγαμε τα
κάλαντα και μαζώναμε αυγά!!
Πρωί πρωί εξεκινούσαμε.
Ο ένας
κρατούσε ένα σταυρό με ένα στεφάνι ,ο άλλος το καλάθι και εγυρίζαμε στα σπίτια
και λέγαμε το ¨Σήμερα
μαύρος ουρανός….¨.
Αλλά το
χωριό μας ήτανε μικιό και τα αυγά λίγα. Εμολέρναμε λοιπόν μέσα από τα βουνά, όι
από τον αμαξωτό, και στρατάκι στρατάκι επηγαίναμε και σε ένα άλλο πιο μικιό
χωριό 5-6 χιλιόμετρα
μακριά. Εκειά είχανε πολλές όρνιθες και κούβες (γαλοπούλες). Μας εδίνανε
οι ανθρώποι πολλά αυγά, αλλά να το ¨ομολογήσωμεν
άλλωστε ¨, όπως λέει και ο άλλος σύντεκνος, αν δεν εγεμίζαμε το καλαθάκι εμπαίναμε
κατσά - κατσά (κρυφά) και σε κανένα κούμο (κοτέτσι)
και παίρναμε τα υπόλοιπα …. χωρίς να λέμε τα κάλαντα.
Καταλαβαίνεις,
μετά γλακούσαμε για να εξαφανισθούμε!!
Σύντεκνε
εμείς εκεινιά την εποχή από το Μάρτη μέχρι το Νοέμβρη είμαστε ξυπόλητοι και το
χειμώνα μόνο βάζαμε τα λαστιχένια στιβανάκια. Τα πατουχάκια μας ήτανε πιο
σκληρά και από τη σόλα. Τζιρίτι (τρέξιμο) να δεις!! Πράμα δεν μας σε
κάρφωνε!! Ούτε αγκάθες, ούτε αχινοπόδια, ούτε ασπαλάθοι. Σκέτα PUMA ήτανε.
Στην
επιστροφή από τα κάλαντα εκαθόμαστε σε ένα παπούρι και εκάναμε τη μοιρασιά.
Αλλά η μάχη γινότανε ποιος θα πάρει τα πιο πολλά κουβάβγουλα (αυγά γαλοπούλας). Άμα δεν ήτανε...
στρογγυλός ο αριθμός και δεν ήβγαινε η μοιρασιά, ξεκινούσε ο αυγοπόλεμος.
στρογγυλός ο αριθμός και δεν ήβγαινε η μοιρασιά, ξεκινούσε ο αυγοπόλεμος.
Όσα αυγά
γλυτώνανε τα πηγαίναμε στο σπίτι για να τα βάψει η μάνα μας. Ήπαιρνε και η
γιαγιά καμπόσα βαμμένα για να φτιάξει τσι κουκνίκους (πασχαλινά τσουρέκια).
Την
υπόλοιπη μέρα όλα τα κοπέλια μαζεύαμε τα ξύλα από τα βουνά (αχινοπόδια και
λιόκλαδα) για τη φουνάρα να κάψωμε τον Ιούδα!! Για όποιο δεν ερχότανε στα ξύλα
υπήρχε και τιμωρία!!! Τη Μ. Παρασκευή στη περιφορά του επιτάφιου του τρίβαμε
κερί στη κεφαλή.
Το απόγευμα
τσι Μ. Πέμπτης εφούρνιζε η γιαγιά τα καλιτσούνια και τσι κουκνίκους.
Εμοσχοβολούσε όλο το χωριό!!. Και μείς σα τα κατσούλια (γατάκια)
εγυροφέρναμε μπας και τσιμπήσουμε κανένα, παρά το ότι μας ενηστεύγανε.
Η γιαγιά
συνήθως μας ελυπότανε, που μας εθώριε να συρώνουνε τα σάλια μας και φώναζε: Δώστε
ορέ των κοπελιών και δεν είναι αμαρτία!!
Χαμός!!
εγεμίζαμε τσι τσέπες και γλάκι να δεις.
Σύντεκνε!! Ωραιότερα
γλυκά δεν έχω ξαναφάει!!!
Αφού καμιά
φορά που τα θυμούμαι, χωρίς να το θέλω, η μυρωδιά, από τα καλιτσούνια και από
τα πορτοκαλόφυλλα που τους βάζανε, έρχεται στη μύτη μου!!!!
ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ
ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ!!
Υ.Γ:
Πάω εδά να πιώ καμιά ρακή, αλλά ούτε αυτή πάει κάτω!!!
Αμοναχός είμαι οφέτος, αλλά ας όψεται
η τρόικα!!!
Που θα πάει θα ξαναμονοιάσουμε!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου